Δευτέρα 26 Μαρτίου 2018

Αυτό το πρόσωπο στον καθρέφτη.

Κοιτάζω τις λευκές τρίχες να το κατακτούν, να του ξεκλέβουν νιάτα.

Πότε άρχισαν;
Πότε τις πρωτοσυνάντησα;
Ξέχασα.

Να τις ξυρίσω άραγε;

Γιατί;

Δεν μπορούν να νικήσουν τα μάτια μου,
να μου τα ασπρίσουν, να μου τα χλωμιάσουν.

Αυτά είναι δικά μου.

Ίδια με την πρώτη στιγμή που τα αντίκρυσα.
Υγρά, αγέραστα, ακούραστα, αγέλαστα.

Μέχρι να κλείσουν για τελευταία φορά.

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Θάρρος

μέσα στη νύχτα κάθεσαι και φτιάχνεις λίστες,
πάντα σου άρεσαν οι λίστες,
το'χεις πάρει απόφαση πως δεν θα σε πάρει ο ύπνος,
αριστερά βάζεις τις ευκαιρίες που άδραξες,
δεξιά εκείνες που έχασες,
πόσες να είναι άραγε εκείνες που ποτέ σου δεν είδες;
που σε προσπέρασαν, σου έκλεισαν το μάτι, έβαλαν όλη τους την τσαχπινιά αλλά τις άφησες και έφυγαν απογοητευμένες;
σκέφτεσαι να τραβήξεις κι άλλη μια γραμμή και να αρχίσεις να μετράς όλα όσα έχεις μετανιώσει,
αλλά το μετανιώνεις μεμιάς,
ποτέ δεν ήσουν καλός στα μαθηματικά,
αν το μελάνι είχε βάρος το χαρτί θα έγερνε προς τα δεξιά,
γιατί;
κοιτάς το χέρι που κρατάει το στυλό,
σου φαίνεται ξένο,
αποκλείεται να είναι δικό σου,
τρέμει,
είναι αφυδατωμένο,
γεμάτο ρυτίδες,
αλλά έχει ακόμα δύναμη,
πιάνεις το χαρτί και το συνθλίβεις,
ο ήχος είναι εκκωφαντικός,
σου γρατζουνάει τα αυτιά,
δεν θα σε αφήσει να κοιμηθείς.
 

Κυριακή πρωί

Είσαι πολύ όμορφος
Μόνο όταν είσαι δίπλα μου
Είναι ωραία να είσαι δίπλα σου
Μόνο όταν είμαι όμορφος; ρώτησα
Νομίζω πάντα, απάντησες
Δεν με ξέρεις από πάντα
Νιώθω πως σε ήξερα πριν γεννηθώ
Σιωπή
Με κοίταξες
Έκανα να φύγω
Που πας; μου είπες. Είναι Κυριακή.
Ε και; ρώτησα
Μου έπιασες το χέρι και με τράβηξες
Είσαι πολύ όμορφος, μου είπες
Μόνο όταν είσαι δίπλα μου, σου είπα
Ξάπλωσα

Πένα

Η πένα είναι αυστηρή. Η πένα είναι εκδικητική. Η πένα έχει την δική της βούληση. Η πένα αφουγκράζεται την διάθεση μου και, όταν αποφασίσει πως δεν της δίνω την σημασία που απαιτεί, με εγκαταλείπει. Μου αδυνατίζει τα γράμματα, μου αδυνατίζει τις λέξεις, μου αλλοιώνει τα νοήματα. Η πένα με τιμωρεί όταν κουραστώ. Αν ξεχαστώ για μία στιγμή μπορεί να μου τα καταστρέψει όλα.
"Ε! Ψιτ, μου λέει. Αν δεν γουστάρεις να γράψεις άφησέ με κάτω. Αλλιώς θα σου βάψω όσα γράφεις. Θα αδειάσω σαν μεθυσμένος μπογιατζής όλο μου το μελάνι και θα σου μουτζουρώσω τις σκέψεις. Ή θα μου φερθείς όπως μου αξίζει ή θα υποστείς τις συνέπειες."

Μου αρέσει πολύ να γράφω με πένα. Με την πένα μπορώ σε κάθε χαρακτήρα που σκαλίζω στο χαρτί να αναγνωρίσω την διάθεσή μου. Δεν χρειάζεται να διαβάσω τις λέξεις παρά μόνο να παρατηρήσω τον τρόπο που το μελάνι σπάει τις ίνες του χαρτιού και τρυπώνει ανάμεσά τους. Με μία ματιά μπορώ να ανιχνεύσω τα σημεία στα οποία ήμουν κουρασμένος και δεν την πίεζα σφιχτά και καλά, εκείνα στα οποία είχα όρεξη να γράψω, την κρατούσα απαλά και βιαζόμουν, εκείνα στα οποία απλά έγραφα, χωρίς να σκέφτομαι, και είχα εκείνη για οδηγό. Αν παρατηρήσω προσεκτικά μπορώ ακόμα και να διακρίνω μέσα στις μικρές ή μεγαλύτερες παύσεις (του χεριού) μικρές ή μεγάλες αμφιβολίες (του μυαλού).

Δεν είναι υπερβολή να πω πως στην επιφάνεια αυτού του ποταμιού από μελάνι μπορώ με μεγάλη άνεση να δω την ροή των σκέψεών μου.

Να μία ωραία ιδέα (και καθόλου κερδοφόρα για τους σχεδιαστές υλισμικού και λογισμικού)! Γιατί να μην μπορεί ο υπολογιστής να ανιχνεύσει την πίεση που ασκώ στα πλήκτρα του και να προσθαφαιρεί χρώμα και ένταση στα ηλεκτρονικά γραπτά;
Πόσο πιο όμορφη θα ήταν η δουλειά μας, η ζωή μας, αν σε κάθε κείμενο που βλέπαμε στην φωτεινή οθόνη μπορούσαμε να δούμε και την διάθεσή του γράφοντος; Πόσο πιο όμορφο θα ήταν ένα mail ή ακόμα και ένα απλό μήνυμα στο κινητό από ένα αγαπημένο πρόσωπο του οποίου έχουμε μάθει να αναγνωρίζουμε τον γραφικό χαρακτήρα; Άλλωστε για αυτό δεν λέγεται και χαρακτήρας; Επειδή τον χαρακτηρίζει σαν άτομο;

Ωραία δεν θα ήταν;

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2013

Μονόλογος ΙΙ

- Κοίταξε. Σκέφτηκα πολύ την ερώτησή σου και νομίζω πως κατέληξα σε μία ικανοποιητική απάντηση. Πιστεύω πως από τη στιγμή που γεννιόμαστε έως και τη στιγμή που πεθαίνουμε, όλοι μας έχουμε μέσα μας κάποια δυστυχία. Αυτό είναι το τελικό μου συμπέρασμα.
- Δηλαδή θες να μου πεις πως εσύ μέσα σου έχεις έναν βραχνά; Μία δυστυχία; Δυσκολεύομαι να σε κατανοήσω. Κι από πότε το έχεις αυτό; Πάντοτε έτσι ένιωθες;
- Νομίζω πως έχεις πιάσει το θέμα τελείως λάθος. Επέτρεψέ μου να σου εξηγήσω. Επέτρεψέ μου να μονολογήσω για λίγο μέσα στον εσωτερικό μας αυτόν μονόλογο. Εντάξει;
- Να σου πω την αλήθεια δυσκολεύομαι να σε πιστέψω. Μας θυμάμαι σε πάρα πολλές στιγμές της ζωής μας ευτυχισμένους. Αλλά τέλος πάντων. Για μονολόγησε.
- Λοιπόν. Καταρχήν όπως σού είπα έχεις πιάσει το θέμα τελείως λάθος. Το κακό με σένα είναι πως βλέπεις τα πράγματα λιγάκι αόριστα. Ξεχνάς κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Κάθε τι στην ζωή μας μπορούμε να το μετρήσουμε. Ίσως η μονάδα μέτρησης κάθε φορά να διαφέρει, αλλά σε κάθε περίπτωση τα πάντα είναι μετρήσιμα. Όπως μπορείς να μετρήσεις το μπόι σου έτσι μπορείς να μετρήσεις και την ευτυχία ή την δυστυχία σου. Στην πρώτη περίπτωση χρησιμοποιείς σαν μονάδα μέτρησης κάτι πάρα πολύ απτό, που το αντιλαμβάνονται πολύ εύκολα οι αισθήσεις σου, όπως τα εκατοστά, τα μέτρα ή τα πόδια ενώ στην δεύτερη περίπτωση χρησιμοποιείς επιρρήματα όπως το καθόλου, το λίγο, το πολύ και ούτω καθεξής, τα οποία εξ'ορισμού είναι αρκετά αυθαίρετα με αποτέλεσμα να αποδίδεις λανθασμένα την ασάφεια της μονάδας μέτρησης και στις μετρούμενες ποσότητες.
Με πιάνεις; Με ακολουθείς;
- Σε πιάνω. Σε ακολουθώ. Το ίδιο μυαλό μοιραζόμαστε. αλλά νομίζω πως λες μπούρδες. Δεν μπορείς να μετρήσεις με ακρίβεια ποσότητες όπως η ευτυχία ή η δυστυχία. Τι μαλακίες κατεβάζει πάλι το κεφάλι σου;
- Μην κολλάς στην ακρίβεια της μέτρησης και άσε με να τελειώσω. Μετά πες ό,τι θέλεις.
- Εντάξει.
- Ωραία. Εφόσον συμφωνούμε πως μπορούμε να μετράμε την ποσότητα της ευτυχίας ή της δυστυχίας που χαρακτηρίζει την ύπαρξή μας τότε είναι εξαιρετικά απλό να κάνουμε και βασικές μαθηματικές πράξεις με τις μετρήσιμες αυτές ποσότητες.
Σωστά;
- Σωστά!
- Αυτό στο οποίο θέλω να καταλήξω είναι πως σε τελική ανάλυση εκείνο που μετράει είναι το αποτέλεσμα μίας εξαιρετικά απλής μαθηματικής πράξης. Ας ονομάσουμε το αποτέλεσμα αυτής της πράξης ΕυΔυστυχία και ας αναφερόμαστε σε αυτό από εδώ και στο εξής ως ΕΔ.
Η απλή φόρμουλα λοιπόν που δίνει την απάντηση στην ερώτηση "Δηλαδή εσύ τώρα νιώθεις δυστυχισμένος;" είναι η εξής: ΕΔ = Ευτυχία - Δυστυχία.
Ωραία;
- Ας πούμε. Συνέχισε. Είμαι περίεργος να δω πού το πας.
- Που είχα μείνει; Λοιπόν, όπως σου έλεγα, το αποτέλεσμα της απλής αυτής μαθηματικής πράξης απαντάει στην ερώτησή σου. Όταν ΕΔ > 0 τότε η ποσότητα ευτυχίας είναι μεγαλύτερη της αντίστοιχης ποσότητας δυστυχίας οπότε είμαι ευτυχισμένος. Όταν ΕΔ < 0 τότε συμβαίνει το αντίθετο.
Από εκεί και πέρα, και για να το πάμε λίγο πιο μακριά, αντιδράσεις όπως το γέλιο ή το κλάμα είναι περιπτώσεις όπου το ΕΔ προσεγγίζει τα όρια του απείρου. Στην περίπτωση του γέλιου προσεγγίζουμε το + άπειρο ενώ στην περίπτωση του κλάματος το - άπειρο.
Είναι πάρα πολύ απλό. Και για να σου μιλήσω και με όρους μηχανικής επειδή τους αντιλαμβάνεσαι καλύτερα όταν το ισοζύγιο ΕυΔυστυχίας είναι θετικό τότε είμαι ευτυχισμένος.
Όσον αφορά τώρα το σκέλος της ερώτησής σου που αφορούσε τον χρόνο. Από πότε νιώθω όπως νιώθω; Σα να έχω μία ποσότητα δυστυχίας μέσα μου;
Από πάντοτε. Ή τουλάχιστον από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Από την στιγμή που έπαψα να είμαι βρέφος και η ζωή μου σταμάτησε να περιστρέφεται γύρω από το τι θα φάω, πότε θα το φάω, πότε θα το βγάλω και πότε θα κοιμηθώ. Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να θυμηθώ ακριβώς πότε αναγνώρισα την ύπαρξή της, αλλά νιώθω λες και ήταν εξ'αρχής κάπου μέσα μου. Ίσως απλά την ανακάλυψα όταν προβληματίστηκα για πρώτη φορά για το τι συμβαίνει μέσα μου. Είμαι πάντως σίγουρος πως είναι πολύ παλιότερη από την ικανότητά μου να την αναγνωρίσω.
- Τελείωσες;
- Τελείωσα. Νομίζω.
- Για να καταλάβω καλά μου λες πως ουσιαστικά δεν έχει σημασία πόση δυστυχία έχει κάποιος μέσα του αρκεί η ευτυχία που έχει να είναι μεγαλύτερη. Εκπληκτικό. Έτσι εξηγούνται πάρα πολλά πράγματα.
- Όπως;
- Όπως η παρηγοριά, η αγάπη, το πως μερικοί άνθρωποι όσο και να τους χτυπάει η μοίρα κατορθώνουν και βρίσκουν την ευτυχία. Άρα το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να φροντίζουμε κάθε στιγμή της ζωής μας να διατηρούμε το ΕΔ μεγαλύτερο του μηδενός. Ακούγεται απλό, αλλά πρέπει να είναι πολύ δύσκολο.
- Όπως τα πάντα. Στην ζωή τις περισσότερες φορές το απλό είναι και το πιο δύσκολο.
- Δε λέω πως έχεις δίκιο, αλλά καλά τα λες!

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2013

Απορία

Υπάρχει άραγε μία συγκεκριμένη ποσότητα εξυπνάδας που μπορεί να χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο κι απλά κάποιοι είναι περισσότερο ενώ άλλοι είναι λιγότερο προικισμένοι;

Αν υπάρχει συγκεκριμένη ποσότητα, τότε ποιος την καθορίζει; Ο Θεός (αν υπάρχει), ο χρόνος, το κενό μεταξύ γέννησης και θανάτου (δηλαδή η ζωή μας) και ο τρόπος που το διαχειριζόμαστε; Εμείς οι ίδιοι; Ή μήπως οι γονείς μας και το DNA που κουβαλάνε και μας χαρίζουν άθελά τους;
Μήπως κάτι άλλο ακόμα πιο ξένο σε μας; Η κοινωνία; Η τύχη;

Ή μήπως είναι απλά ένα θέμα οργανικής φύσης; Ή ένα θέμα χωροθέτησης, θέμα χώρου σα να λέμε; Μήπως έχουμε συγκεκριμένο μέγεθος εγκεφάλου και όταν αυτός γεμίζει σημαίνει αυτόματα πως δεν μπορούμε να γίνουμε πιο έξυπνοι και το μόνο που διαχωρίζει έξυπνους από χαζούς, μορφωμένους από αμόρφωτους, σοφούς από βλάκες είναι η ικανότητα, ο βαθμός στον οποίο ο καθένας από εμάς μπορεί και καταχωρεί χρήσιμες πληροφορίες γρήγορα και τακτοποιημένα μέσα στο μυαλό του σβήνοντας τις άχρηστες πληροφορίες και φροντίζοντας να γεμίσει αποτελεσματικά τα κενά που προκύπτουν;

Μήπως σε τελική ανάλυση η βλακεία δεν υπάρχει; Μήπως απλά ο βλάκας είναι κάποιος που βαριέται; Που βαριέται να τακτοποιήσει τον χώρο που υπάρχει στον εγκέφαλό του; Μήπως είναι απλά τεμπέλης κι εμείς του έχουμε κολλήσει άδικα την ταμπέλα του βλάκα; Μήπως απλά ο βλάκας (ή τεμπέλης) έχει πολλά μικρά κενά στο κεφάλι του ή λίγα αλλά μεγάλα κομμάτια κενών; Μπορεί ένας βλάκας να γίνει έξυπνος με μια ανασυγκρότηση αυτών των κενών; Είναι τόσο απλό;

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2012

LOVE x DAUER = ΑΔΥΝΑΤΟΝ










Δεν πιστεύω πως θα αγαπήσω ποτέ μου έναν άνθρωπο ολοκληρωτικά.
Αυτό δε σημαίνει πως πάσχω από έλλειμμα αγάπης ή πως είμαι ανίκανος να αγαπήσω.

Το αντίθετο.

Διαθέτω αρκετή αγάπη για να αγαπήσω τον σκύλο μου, την κιθάρα μου, ένα αναπαυτικό κάθισμα τουαλέτας, ένα πολύ καλό βιβλίο, την πόλη στην οποία ζω ή ακόμα και μία πιο αφηρημένη ιδέα όπως η πατρίδα μου ή ο αγώνας απέναντι σε έναν κοινό εχθρό.

Τολμώ να πω πως διαθέτω αρκετή αγάπη όχι μόνο για να αγαπήσω κάποια από τα παραπάνω, αλλά ακόμα και να τα λατρέψω με την προϋπόθεση πάντα πως μπορώ ανά πάσα στιγμή και όποτε θελήσω να σταματήσω να το κάνω.

Συμπερασματικά, είμαι σχεδόν σίγουρος πως θα μπορούσα να αγαπήσω πολλά πράγματα ταυτόχρονα σε μικρές δόσεις και με διαλείμματα.

Αντίθετα, αδυνατώ να αγαπήσω πραγματικά έναν άνθρωπο.

Ένας άνθρωπος, και ιδιαίτερα μία γυναίκα, για να αγαπηθεί πρέπει να λάβει μία πολύ μεγάλη ποσότητα αγάπης συνεχώς και αδιάλειπτα χωρίς κανένα διάλειμμα.

Είμαι 100% πεπεισμένος πως κάτι τέτοιο δεν μπορώ να το πετύχω. Ο εγκέφαλός μου (σύμφωνα με τους πραγματιστές) ή η καρδιά μου (σύμφωνα με τους ρομαντικούς) αδυνατούν να παράξουν μία τόσο μεγάλη ποσότητα αγάπης και να την διοχετεύσουν σε έναν και μοναδικό δέκτη. Όσο και να το έχω προσπαθήσει έχω αποτύχει παταγωδώς.

Οι γυναίκες της ζωής μου που προσπάθησαν - μάταια κι ανεπιτυχώς - να αγαπηθούν από εμένα θα απέδιδαν αυτή μου την αδυναμία στον εγωϊσμό μου και τον έρωτά μου για τον εαυτό μου και την παρέα του.

Εγώ πάλι δεν είμαι και τόσο σίγουρος. Μπορεί και να πάσχω απλά από αδυναμία συγκέντρωσης.


 Ιωάννινα, 2012

Ηλικία




Ένας πολύ απλός τρόπος να μετράς τα χρόνια που περνούν είναι και η ηλικία των αγαπημένων σου τραγουδιών.





















Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Η απαισιοδοξία του να γερνάς






Όσο μεγαλώνει κανείς τόσο μικραίνει και η ποσότητα απαισιοδοξίας που έχει μέσα του. Θες ότι μεγαλώνοντας βλέπει τον κόσμο με πιο έμπειρα μάτια, θες πως μεγαλώνουν μαζί του και τα όρια του κόσμου του, το γεγονός είναι ένα.
Όσο πιο μικροί είμαστε κι όσα έχουμε ζήσει στην ζωή μας είναι λίγα και τα έχουμε ζήσει σε έναν κόσμο τόσο μα τόσο μικρό - και οριοθετημένο κατά κανόνα από κάποιους άλλους - τόσο πιο επιρρεπείς στην θλίψη είμαστε. Κάθε μας πρόβλημα, κάθε αρνητική κατάσταση όσο ασήμαντα ή σημαντικά και να είναι, όσο μεγάλα ή όσο μικρά και να είναι, μας πνίγουν.
Γιατί σ'έναν μικρό χώρο ακόμα και το πιο μικρό πράγμα μπορεί να σου κλέψει δικό σου χώρο ζωτικό και απαραίτητο. Χώρο που θα σου επιτρέψει να κάνεις ένα βήμα παραπέρα και να δεις τα πράγματα από μια άλλη σκοπιά, κάτω από ένα διαφορετικό φως.
Όσο όμως μεγαλώνει κανείς μεγαλώνουν μαζί του και τα όριά του. Τα όρια του χώρου μέσα στον οποίο κινείται και τα όρια που τού θέτουν οι αισθήσεις του εξαπλώνονται διαρκώς μέρα με την ημέρα.
Και φτάνει κάποια στιγμή που ξυπνάει και νιώθει σα να έχει άπλετο χώρο στην διάθεσή του.
Αν εκείνη τη στιγμή καταφέρει να κλείσει για λίγο τα μάτια του και να χώσει στα αυτιά του ένα καλό ζευγάρι ωτοασπίδες, αν τολμήσει να απομονώσει τους θορύβους -και κυρίως τους ανθρώπους- που τον αποπροσανατολίζουν, και συγκεντρωθεί στον εαυτό του, τότε θα εκπλαγεί από το πόσο ελαστικά είναι και το πόσο μακριά έχουν φτάσει τα όριά του.
Μόνο έτσι θα μπορέσει να βρει τον χώρο για να γυρίσει το κεφάλι του προς τα πίσω και να σκάσει ένα πλατύ χαμόγελο γεμάτο ευγνωμοσύνη στο παρελθόν του.
Μόνο έτσι θα καταφέρει να καρφώσει τα κλειστά του μάτια ίσια μπροστά και να ονειρευτεί το μέλλον του.
Να διώξει όση απαισιοδοξία έχει μέσα του, να ρίξει δυο τρεις κλωτσιές σε όλες τις κακές σκέψεις που τον βασανίζουν και βήμα με το βήμα, με κάθε δρασκελιά να συνεχίσει να τροφοδοτεί το μέλλον και το παρελθόν του και - το κυριότερο - να συνεχίσει να απολαμβάνει να ζει.
Γιατί η ζωή είναι πολύ μικρή και δεν έχει χώρο για απαισιοδοξία.
Και τα χρόνια περνούν πολύ γρηγορότερα από τις ημέρες.

ΥΓ: Αφιερωμένο σε όσους κρύβουν την ηλικία τους

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011

Αν

Αν είχα γεννηθεί 10 χρόνια νωρίτερα τότε:

- Τώρα θα ήμουν 41
- Θα είχα προλάβει να ζήσω τρία χρόνια χούντα
- Θα είχα κάνει το μαλλί μου περμανάντ τουλάχιστον μία φορά στην ζωή μου
- Θα είχα περάσει την εφηβεία μου στην χειρότερη μουσικά δεκαετία του προηγούμενου αιώνα
- Όλη μου η μουσική θα ήταν σε κασέτες
- Θα είχα όλα τα τεύχη του Μπλεκ
- Ποιοτικός "κινηματογράφος" για εμένα θα ήταν οι ταινίες του Στάθη Ψάλτη, του Σωτήρη Μουστάκα και του Λαλάκη του εισαγόμενου
- Θα θυμόμουν τη Λάρισα και τον ΠΑΟΚ να σηκώνουν πρωτάθλημα στο ποδόσφαιρο και τον Μαραντόνα στα φόρτε του
- Δε θα χρειαζόμουν μεταπτυχιακές σπουδές επειδή
  • το πτυχίο μου θα έφτανε για να μου εξασφαλίσει ένα σταθερό αξιοπρεπές εισόδημα. Κι αν όχι, τότε
  • πιθανότατα το κόμμα θα με είχε βολέψει σε μία θέση ανάλογη των γνωριμιών μου
- Πιθανότατα θα είχα δύο παιδιά και μία γυναίκα με σταθερή δουλειά
- Οι περισσότεροι φίλοι μου θα είχαν δουλειά
- Οι περισσότεροι φίλοι μου θα ήταν κοντά μου
- Οι γονείς μου θα έπαιρναν μία αξιοπρεπή σύνταξη και θα έδιναν που και που χαρτζιλίκι στα εγγόνια τους
- Τα καλοκαίρια θα πήγαινα έναν μήνα διακοπές

Αν είχα γεννηθεί 10 χρόνια αργότερα τότε:

- Πιθανότατα οι γονείς μου δε θα έφευγαν ποτέ από τις Η.Π.Α. και τώρα θα ήμουν ένα ακόμα ελληνοαμερικανάκι.
Αλλά σε περίπτωση που έφευγαν, τότε:
- Τώρα θα ήμουν 21 ετών
- Δε θα είχα παίξει ποτέ κρυφτό ή αμπάριζα στη γειτονιά
- Θα ήμουν άσος στο PES, αλλά δε θα ήξερα να κλωτσήσω μπάλα
- Πιθανότατα θα ήμουν 5-10 κιλά πιο βαρύς
- Η μουσική μου θα ήταν ατάκτως αποθηκευμένη σε φορητούς σκληρούς δίσκους
- Θα είχα αντιασφυξιογόνα μάσκα
- Πιθανότατα θα είχα κάνει το λάθος να ξεκινήσω να σπουδάζω και θα ήμουν στο 3ο-4ο έτος των ανυπόληπτων σπουδών μου
- Οι φίλοι μου θα τελείωναν τις σπουδές τους και θα έψαχναν κι εκείνοι για εργασία εκτός Ελλάδος
- Ο αδερφός μου ακόμα θα ψαχνόταν επαγγελματικά
- Το κράτος και το κόστος των σπουδών μου θα είχαν εξοντώσει οικονομικά τους γονείς μου
- Θα αναγκαζόμουν να μεταναστεύσω και να αφήσω την οικογένειά μου πίσω για να δουλέψω στο αντικείμενο των σπουδών μου
- Οικογένεια δική μου ούτε που θα φανταζόμουν να δημιουργήσω
- Τα καλοκαίρια θα πήγαινα διακοπές στο παλιό μου σπίτι

Επειδή όμως δεν γεννήθηκα ούτε το 1970 ούτε το 1990 τώρα:

- Είμαι 31 στα 32
- Είχα την τύχη να μεγαλώσω σε δύο από τις καλύτερες μουσικά δεκαετίες
- Είχα την ατυχία να ζήσω την παντοκρατορία του Ολυμπιακού
- Είμαι σχεδόν 9 μήνες άνεργος
- Δεν μου έχει δοθεί ποτέ η ευκαιρία να δουλέψω στο αντικείμενο που σπούδασα
- Το μυαλό μου γερνάει ανεκμετάλλευτο ξερνώντας όλες τις γνώσεις που περιέχει
- Όλες οι μέρες μου φαίνονται ίδιες
- Οι περισσότεροι φίλοι μου έχουν όλα τους τα πρωϊνά ελεύθερα
- Οι γονείς μου αγωνιούν για το μέλλον μου περισσότερο από εμένα
- Προσπαθώ να αντισταθώ και να μη σηκωθώ να φύγω
- Περιμένω ένα θαύμα

Κυριακή 24 Ιουλίου 2011

Ημερολόγιο



24 Ιουλίου 2011.
Ώρα: 8:52

Πριν: Bossa Nova, Παρά Θιν' Αλός, Marabu Island, αυτοκίνητο. μουσική, χορός, βότκες (με λεμόνι), χαμόγελα, γέλια, ενδιαφέροντες άνθρωποι, ενδιαφέρουσες συζητήσεις.

Τώρα: Παραλία Ζαχάρως - Καντίνα του Σκύλου. Μόνος για μπάνιο. Δειλός γυμνιστής.
Παρέα:
-για τα αυτιά: Κύματα, Πέτρος Λούκας Χαλκιάς, Mogwai, Underworld, Pink Floyd, Foo Fighters, μακρινές φωνές
-για τα μάτια: Άμμος, πολύ νερό, ήλιος, σβησμένο φεγγάρι, λεκέδες στους φακούς των γυαλιών
-για τη μύτη: Αλάτι, ζέστη, ελαφριά τσιγαρίλα
-για το στόμα: Αλμύρα, χυμός Αμίτα
-για τα χέρια: Μελάνι από το στυλό, τετράδιο, κόκοι άμμου, κοχύλια, ζελέ μαλλιών ανακατωμένο με θαλασσινό νερό

Μετά: Άγνωστο και αδιάφορο

ΥΓ: Συνελήφθη στην παραλία της Ζαχάρως. Εκτελέσθη στο κρεβάτι υπό τους ήχους του ροχαλητού του Τάκη

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Περί βλακείας και μαλακίας

            
Η διαφορά της βλακείας από τη μαλακία έγκειται κυρίως στο γεγονός πως την πρώτη την κληρονομείς. Θες από τους ίδιους σου τους γονείς, θες από κάποιον προπάππου ή μακρινό συγγενή το μόνο σίγουρο είναι πως η βλακεία βρίσκει πάντοτε τον δρόμο και τον τρόπο να μεταδίδεται από γενιά σε γενιά και να διατηρείται εις τους αιώνες των αιώνων (αμήν!). Τις περισσότερες φορές αρκεί μία γρήγορη, πρόχειρη ματιά στο γενεαλογικό δέντρο ενός διαπιστωμένα γνήσιου βλάκα για να εντοπίσουμε αμέσως τον πρόγονο που του χάρισε απλόχερα και άθελά του αυτή την ευλογημένη ιδιότητα μαζί φυσικά με το απαραίτητο βλέμμα που την συνοδεύει.
Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από την προέλευσή της, η βλακεία αποτελεί ένα από τα βασικά συστατικά του DNA κάθε σωστού βλάκα καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό την πορεία του στη ζωή κυρίως επεμβαίνοντας στον τρόπο που αντιδρά απέναντι στα εξωτερικά ερεθίσματα και ιδιαίτερα απέναντι στους μαλάκες.

Ο όρος μαλάκες περικλείει μέσα του όλους εκείνους τους καθημερινούς ανθρώπους που ανά πάσα στιγμή μπορούν να υπερηφανευτούν πως τους χαρακτηρίζει μία βαθιά γνώση της μαλακίας.

Η μαλακία, αντίθετα από τη βλακεία, είναι καθαρά και μόνο μία ιδιότητα που την αποκτάς. Είτε με τη σωστή ανατροφή (μαλάκες γονείς), είτε με τις σωστές παρέες (μαλάκες φίλοι) είτε - στις βαρύτερες των περιπτώσεων - μόνος σου (μαλάκας-ταλέντο).
Τον μαλάκα τον χαρακτηρίζει μία σειρά από εκούσιες, εσκεμμένες ενέργειες που έχουν σαν μοναδικό στόχο να εκνευρίζουν τους γύρω του. Ο μαλάκας είναι πάντοτε ο καλύτερος σε όλα ή τουλάχιστον αυτό νομίζει. Η τακτική του δεν είναι να γίνεται καλός σε κάτι υπερέχοντας του ανταγωνισμού, αλλά να εκνευρίζει σε τέτοιο βαθμό τους γύρω του ώστε, προκειμένου να απαλλαχθούν από την παρουσία του, να παραδέχονται πως εκείνος είναι ο καλύτερος.

Σε αυτό το σημείο θα ήταν σκόπιμο να αναλύσουμε λίγο παραπάνω μερικές από τις βασικές διαφορές μεταξύ βλακείας και μαλακίας.

Κατ'αρχήν η βλακεία είναι στιγμιαία και αντανακλαστική. Στις περιπτώσεις όπου μία βλακεία μπορεί να δείχνει φαινομενικά διαρκής, η εξήγηση μπορεί να δοθεί με μία απλή μικροσκοπική εξέτασή της. Αν κοιτάξουμε προσεκτικά μία φαινομενικά διαρκή βλακεία θα διαπιστώσουμε πως δεν είναι τίποτα άλλο από μία αλληλουχία στιγμιαίων βλακειών τις οποίες ο κοινός ανθρώπινος νους απλά δυσκολεύεται να ξεχωρίσει.
Ο αντανακλαστικός χαρακτήρας της βλακείας, από την άλλη, τεκμηριώνεται κατά κύριο λόγο μέσω του αυθορμητισμού με τον οποίο ένας βλάκας εκφράζει τη βλακεία του. Η ταχύτητα με την οποία ένας βλάκας ξεστομίζει ή κάνει μία βλακεία είναι παροιμιώδης και για πολλούς ανεξήγητη.
Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στη σύγχυση μεταξύ του διαστήματος που μεσολαβεί από την στιγμή που ο βλάκας δέχεται ένα εξωτερικό ερέθισμα μέχρι τη στιγμή που θα το επεξεργαστεί και του διαστήματος που ακολουθεί μέχρι να αντιδράσει. Σε πολλές περιπτώσεις ο καθημερινός άνθρωπος νομίζει πως ο βλάκας αργεί να αντιδράσει ενώ στην ουσία ο βλάκας απλά καθυστερεί να επεξεργαστεί τα δεδομένα. Όταν ο σκόπελος της επεξεργασίας των δεδομένων ξεπεραστεί επιτυχώς η αντίδραση εκ μέρους του βλάκα είναι πρακτικά αστραπιαία.
Τόσο αστραπιαία ώστε δεν είναι λίγοι οι μελετητές που πιστεύουν πως οι λύσεις σε μεγάλα επιστημονικά ζητήματα που αφορούν την ταχύτητα όπως το πως θα καταφέρει η ανθρωπότητα να ξεπεράσει την ταχύτητα του φωτός θα μπορούσαν να βρεθούν αν η επιστημονική κοινότητα αποφάσιζε να μελετήσει τον τρόπο με τον οποίο ένας βλάκας εκφράζει την βλακεία που έχει μέσα στο κεφάλι του ανά πάσα στιγμή.

Η μαλακία, από την άλλη, είναι εξακολουθητική και μαλακισμένα προμελετημένη. Ο μαλάκας είναι μαλάκας όλη την ώρα. Θέλει να είναι μαλάκας, προσπαθεί να είναι μαλάκας, ξέρει πως είναι μαλάκας και απολαμβάνει το ό,τι είναι μαλάκας. Και, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι πολύ καλός στο να είναι μαλάκας.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός πως όροι όπως "εκλάμψεις μαλακίας", "στιγμιαία μαλακία" ή "κατά λάθος μαλακία" είναι εντελώς αδόκιμοι και  δεν χρησιμοποιούνται την ίδια ώρα που εκφράσεις όπως "καλός μαλάκας είσαι", "πολύ μαλάκας ρε αδερφέ μου" και "μεγάλη μαλακία" χρησιμοποιούνται ευρέως σε όλες τις γλώσσες.
Άμεση παρενέργεια της μαλακίας, η οποία συχνά συγχέεται με την ίδια τη μαλακία, αποτελεί ο αποκαλούμενος "εξυπνακισμός". Αν και το συντριπτικό ποσοστό των εξυπνάκηδων είναι κατ'ουσίαν πρακτικά μαλάκες παρατηρούνται και περιπτώσεις όπου οι δύο ιδιότητες δε συνυπάρχουν.
Τρανό παράδειγμα αποτελεί ο Θεός. Όπως και να τον αποκαλέσουμε ( Βούδα, Κρίσνα, Αλλάχ, Δία ή απλά Θεό) δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε το γεγονός πως είναι - ή ήταν - μαλάκας. Την ίδια ώρα θα πρέπει να του αναγνωρίσουμε και το ελαφρυντικό πως δεν είναι - ή ήταν - εξυπνάκιας. Ο εξυπνάκιας έχει ως μοναδικό του στόχο να φανεί πιο έξυπνος από τους υπόλοιπους. Όμως πως μπορεί να είναι εξυπνάκιας ένα ον το οποίο δεν έχει ανθρώπινη μορφή, δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τον άνθρωπο και δεν μπορεί να του δώσει καμία χειροπιαστή απόδειξη ότι υπάρχει και άρα δεν μπορεί να συγκριθεί με τους γύρω του; Αδύνατο.

Κλείνοντας πρέπει να αναφέρουμε και μία διαχρονική διαπίστωση που ισχύει φυσικά και στις μέρες μας.
Είναι γενικά αποδεκτό πως οι βλάκες είναι παντού ανάμεσά μας. Τους βλέπουμε γύρω μας, πολλές φορές ζούμε μαζί τους, μπορεί ακόμα να είμαστε και οι ίδιοι αγνοί, ανίδεοι βλάκες χωρίς συναίσθηση του ταλέντου μας. Αλλά τις περισσότερες φορές δε μας βλάπτουν. Συχνά μάλιστα μας ομορφαίνουν τη ζωή και μας διασκεδάζουν χαρίζοντάς μας γέλιο με τις πράξεις τους.

Οι μαλάκες όμως, και αυτό είναι το χειρότερο, είναι από πάνω μας. Ξεκινώντας από τον ίδιο τον δημιουργό μας που έκανε τη μεγαλύτερη μαλακία δημιουργώντας τον άνθρωπο - κατ'εικόνα και καθ'όμοίωσίν του για να μην ξεχνιόμαστε - και προχωρώντας προς τα κάτω σε αυτοκράτορες και βασιλείς, σε δικτάτορες παλαιού και καινούριου τύπου, σε πρωθυπουργούς, υπουργούς και διευθυντές και καταλήγοντας στο υπέρτατο είδος μαλάκα στα αφεντικά.

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Εργασία



Η επαγγελματική επιτυχία του σύγχρονου ανθρώπου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και ευθέως ανάλογη με το χαρτί που καταναλώνει.
Όσα περισσότερα συμπληρωμένα χαρτιά παράγεις τόσο περισσότερα τυπωμένα χαρτιά - αυτή τη φορά σε μορφή χαρτονομισμάτων - θα πάρεις. Αν το καλοσκεφτούμε η σημερινή μας επαγγελματική σταδιοδρομία δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα εμπόριο· από μία διαρκή ανταλλαγή μελανιού και εγγράφων.
Ο σύγχρονος άνθρωπος χωρίς να το επιδιώκει, και σίγουρα χωρίς να το συνειδητοποιεί, έχει επιστρέψει στο παλιό, αρχέγονο ανταλλακτικό σύστημα.
Μόνο που αντί να ανταλλάσει σιτάρι για γάλα και πέταλα, ξοδεύει τον χρόνο του για να πάρει χαρτιά, να τα συμπληρώσει και να τα ανταλλάξει με χρήματα.

Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

Στιγμή

Πολλοί από εμάς πιστεύουμε πως στην ζωή τις μεγάλες αποφάσεις τις παίρνουμε εμείς οι ίδιοι. Στην ουσία όμως δεν είμαστε εμείς εκείνοι που αποφασίζουμε. Είναι η στιγμή.

Κατά βάση υπάρχουν δύο θεωρίες για την στιγμή.

Η μία είναι η θεωρία της μοναδικότητας της στιγμής.
Η δεύτερη είναι η θεωρία του συνεχούς της στιγμής.

Αν είσαι από εκείνους που πιστεύουν στην μοναδικότητα της στιγμής τότε θα πρέπει να υποστηρίζεις - και θα πρέπει να το κάνεις τόσο σθεναρά που στο τέλος να καταλήγεις να θυσιάζεις πολλές από τις μοναδικές αυτές στιγμές της ζωής σου υπερασπιζόμενος την θεωρία σου - πως κάθε στιγμή γεννιέται και πεθαίνει ακαριαία. Πως η έννοια της στιγμής είναι απολύτως κβαντισμένη και όλες οι στιγμές έχουν μία συγκεκριμένη διάρκεια, ας την ονομάσουμε στιγμιόνιο και καμία στιγμή δεν μπορεί να διαρκέσει ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο από ένα στιγμιόνιο. Και πως η ζωή μας δεν είναι τίποτα παραπάνω από το ολοκλήρωμα όλων αυτών των στιγμών. Ένα χρονικό εμβαδό πάνω στο οποίο στηρίζουμε τα πόδια μας και ζούμε.
Από εκεί και πέρα το πως θα στηριχθούμε και το πως θα ζήσουμε είναι καθαρά θέμα επιλογής. Το σίγουρο είναι πως αυτό που θα πρέπει να κάνουμε εμείς, ως ανθρώπινα και νοήμοντα όντα, είναι προπόνηση. Προπόνηση με στόχο να καταφέρουμε να εκμεταλλευτούμε την κάθε στιγμή πριν αυτή τελειώσει.
Πως γίνεται αυτό; Ιδέα δεν έχω. Βρείτε το μόνοι σας. Όπως σε όλες τις θεωρίες έτσι και εδώ απάντηση δεν υπάρχει. Άλλωστε η απόσταση από την θεωρία στην πράξη είναι πάντοτε πολύ πολύ μεγάλη.

Από την άλλη, αν είσαι από εκείνους που γοητεύονται από το συνεχές της στιγμής τότε πολύ απλά πιστεύεις πως όλη σου η ζωή είναι μία στιγμή. Και πως αυτή η στιγμή μπορεί να μεταμορφώνεται οποτεδήποτε και οπουδήποτε σε ο,τιδήποτε. Απλά τα πράγματα. Μπερδεύτηκες; Λογικότατο.
Σκέψου την στιγμή της γέννησής σου, την στιγμή που πρωτοπερπάτησες, πρωτομίλησες, πρωτοέμαθες, πρωτοερωτεύτηκες. Και μετά σκέψου την δεύτερη στιγμή που περπάτησες, μίλησες και ούτω καθεξής. Την θυμάσαι; Μάλλον όχι. Κι όμως. Είναι ακριβώς η ίδια στιγμή μεταμορφωμένη.
Γιατί το εκπληκτικότερο γεγονός με τις στιγμές είναι το γεγονός πως μπορούν και μεταμορφώνονται τόσο άψογα που μας ξεγελούν όσες φορές και αν τις ξαναζήσουμε.

Υπάρχει όμως και μία τρίτη θεωρία. Η πιο ριζοσπαστική από όλες και κατά συνέπεια η πιο σκοτεινή, η λιγότερο αγαπητή και σίγουρα η λιγότερο δημοφιλής. Σύμφωνα με αυτήν, όπως κάθε τι στον κόσμο μας, έτσι και οι στιγμές γεννιούνται. Κάθε στιγμή της ζωής μας γεννιέται μαζί μας, μεγαλώνει μαζί μας κι άλλοτε πεθαίνει πριν από εμάς στην πορεία ή μας συντροφεύει μέχρι τα βαθιά γεράματά μας και τον θάνατό μας.
Έτσι σε κάθε άνθρωπο αντιστοιχούν άπειρες στιγμές.
Με πρώτη την στιγμή της γέννησής του και τελευταία την στιγμή που αφήνει την τελευταία του ανάσα να βγει από το στόμα του.
Σύμφωνα με τους θιασώτες της συγκεκριμένης θεωρίας η ζωή μας δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία οδός που μας οδηγεί από την στιγμή της γέννησής μας σε εκείνη του θανάτου μας.
Και αυτό που εμείς οι άνθρωποι ονομάζουμε πορεία της ζωής δεν είναι τίποτε παραπάνω από μία συνεχή εναλλαγή γεννήσεων και θανάτων των ίδιων των στιγμών της ζωής μας.
Προσέξτε όμως. Σύμφωνα με την θεωρία αυτή οι στιγμές δεν έχουν αυστηρά καθορισμένη διάρκεια.
Το αν θα ζήσουν λίγο ή περισσότερο εξαρτάται μόνο από εμάς τους ίδιους.
Μην μου πείτε πως δεν σας έχει τύχει να πονέσετε τόσο πολύ που ο χρόνος να σας φανεί σαν να μην περνάει.
Ή πως ένα φιλί ή ένα χάδι δεν έχει ζήσει στο μυαλό σας για ώρες, μήνες ακόμα και για χρόνια;
Ή πως δεν έχετε κυνηγήσει μέσα στο μυαλό σας αναμνήσεις που γεννιούνται και πεθαίνουν σε κλάσματα δευτερολέπτων γεμίζοντάς σας απογοήτευση με την εξαφάνισή τους;
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις αυτό που κάνατε είτε ακούσια είτε εκούσια είναι απλά να επιλέξετε ή να σκοτώσετε την στιγμή ή να την αφήσετε να ζήσει παραπάνω.

Ό,τι όμως και να κάνουμε εμείς, ό,τι και αν πιστεύουμε για τις στιγμές ένα πράγμα είναι σίγουρο.
Η στιγμή που δύο άνθρωποι θα νιώσουν αυτό που οι άσχετοι ονομάζουν τυχαίο σκίρτημα είναι μοναδική.
Και ξεφεύγει από όλες τις παραπάνω θεωρίες. Ή μάλλον είναι κάτι από όλα. Όπως το δει ο καθένας. Ας την ονομάσουμε στιγμή όλων των θεωριών.
Η στιγμή αυτή λοιπόν είναι μοναδική γιατί μόνο εκείνη μπορεί να ενώσει τους δύο συγκεκριμένους ανθρώπους.
Ταυτόχρονα αποτελεί τον ειδικό της μεταμόρφωσης αφού έχει την μοναδική ικανότητα να παίρνει όσες μορφές της είναι απαραίτητο για να πετύχει τον σκοπό της.
Και το κυριότερο από όλα. Είναι η μοναδική αθάνατη στιγμή.
Το γιατί θα σας το εξηγήσω όταν γυρίσω από τις διακοπές μου.

Καλό καλοκαίρι!